Σάββατο 18 Σεπτεμβρίου 2010

Γ. Μ. ΣΚΟΥΛΟΥΔΗΣ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ

Διάφορα πατριωτικά (επαναστατικά!) ποιήματα του Ρεθεμνιώτη Γ. Μ. Σκουλούδη, που δημοσιεύτηκαν στη ρεθεμνιώτικη εφημερίδα ΑΡΚΑΔΙΟΝ (1885)

1. Τω φιλέλληνι κυρίω Γουστάβω Λαφφόν. [ΕΔΩ]

2. [Άτιτλο]
ΑΡΚΑΔΙΟΝ #26 (20 Απριλίου 1885) [ΕΔΩ]

Τί άραγε σκεπτόμεθα, και έχομεν ειρήνην,
Ενώ ζωήν διάγωμεν άνευ τίνος ελπίδος,
Και δεν συλλογιζόμεθα την ηθικήν ευθύνην,
Ην φέρομεν απέναντι της όλης μας πατρίδος;

Μήπως νομίζομεν ημείς, ότι θα δυνηθώμεν,
Ως ότου θέλωμεν, ς' την γην να ζώμεν αιωνίως,
Κι εκ φόβου προς τον θάνατον εχθρούς δεν πολεμώμεν;
Αλλ' απατώμεθα οικτρώς, είν' όνειρον ο βίος!

Όνειρον, όπερ έμπροσθεν ημών θέλει διέλθει,
κι εις μάχην αν δεν φονευθής, η φύσις σε φονεύει.
Και έκαστος από αυτόν τον κόσμον θα απέλθη,
Διότι δίκην κυνηγού ο Χάρων μας θηρεύει.

Κι αδόξως ο καθείς ημών ίσως με ευλογίαν,
Ή τύφον, ή μ' ασθένειαν άλλην θα αποθάνη,
Ενώ τιμήν, πας ο πεσών δια ελευθερίαν,
Σ' την γην και εις τους ουράνους την πρέπουσαν λαμβάνει.

Κι ενώ θα βαίνη η ψυχή αυτού προς τον θεόν της,
Πλησίον εις το πτώμα του άγγελοι θα πετώσιν.
Ως ίπταται η χελιδών τριγύρω των μικρών της,
Όταν από την φωλεάν τύχη να κρημνισθώσιν.

Αν δ' είναι νέος ο πεσών, θεέ μου, τι ωραίον!
Εξηπλωμένος μεταξύ νεκρών ενώ θα μένη,
Εάν τυχόν διέλθωσι, και ίδωσι τον νέον,
Ωραίαι ξανθοπλόκαμοι και τρυφεραί παρθένοι.

Θα τραγωδούν "ιδέτε τον πως ευχαριστημένος,
Κατόπιν εκπληρώσεως καθήκοντος κοιμάται.
Τον ύπνον τον αιώνιον αυτός ο φονευμένος.
Όστις πλέον εις ουρανούς ως άγγελος τιμάται!"

"Χαρά ς' εκείνον τον νεκρόν, όστις υπέρ πατρίδος,
Πέση εις μάχην τρυπηθείς με του εχθρού την σφαίραν.
Διότι ς' τον παράδεισον, εν μέσω της ελπίδος,
Άμα εκπνεύση εισχωρεί εκείνην την ημέραν."

"Φαίνεται ως να μειδιά, έλκει τας συμπαθείας,
Φρίκην ποσώς δεν προξενεί τούτο τ' ωραίον πτώμα,
Ως προξενούν οι θνήσκοντες έκ τινος ασθενείας,
Οίτινες φέρουν στυγερώς το του θανάτου χρώμα."

Αλλά φεύ! Τώρα πρόκειται να τον ενταφιάσουν,
Υπάγωμεν, και τάχιστα άνθη ας συλλεχθώσιν.
Και όταν με μαρμάρινον πλάκα αυτόν σκεπάσουν,
Πρέπει επί του τάφου του αυτά να σκορπισθώσιν."

Είν' ευτυχής. Απέθανεν, όπως υπερασπίση,
Φίλην πατρίδα, και ήμάς από την ατιμίαν.
Αλλ' είθε τώρα ο Θέος αύτον να συγχωρήση,
Κι' ας έχη γαίαν ελαφράν και μνήμην αιωνίαν."

Ταύτα λοιπόν, ω αδελφοί, αφού παραδεχθώμεν,
Κι' αφήσωμεν παν ταπεινόν εις τον παρόντα βίον,
Μη πλέον διαιρώμεθα, αλλά ας ενωθώμεν
Το της πατρίδος πάντοτε σκοπούντες μεγαλείον.

Γ. Μ. Σκουλούδης (έμπορος)


3. Ο ενθουσιών Κρης
ΑΡΚΑΔΙΟΝ #29 (11 - 5 - 1895) [ΕΔΩ]

Αχ και πότε εν θριάμβω κλητή ώρα θα σημάνη,
Καθ' ην πρέπει τις ως Έλλην και ως Κρης να αποθάνη.
Εις τα του πατρός μου ίχνη καιρός πλέον να βαδίσω,
Και τας χείρας μου, ως θέλω, είθε να ευχαριστήσω.
Εις ζωήν την μέχρι τούδε ποσώς δεν ευχαριστούμαι,
Τα βουνά πολύ μ' αρέσουν, και ιδού πως συλλογούμαι.
"Εάν ζήσω που θα εύρω αναμνήσεις καλλιτέρας,
Εάν δε εις μάχην πέσω τρηπηθεί υπό της σφαίρας,
Αφού διά του καλλίστου των θανάτων αποθάνω,
Θα ανταμειφθώ πρεπόντως εις τους ουρανούς επάνω.
Πάσα δ' εν τω αίματί μου θα πλυθή η αμαρτία,
Κι άνευ δίκης θα εισέλθω 'ς τα Ηλύσια πεδία.
Αν δε πάλιν τυχόν ζήσω, αλλ' ηκρωτηριασμένος,
Με τον της πληγής μου τύπον θέλω είμαι στολισμένος.

Τότ' ως διά παρασήμου,
Και θα χαίρη η ψυχή μου."

Εν Ρεθύμνη 1 Μαίου 1885.

Γ. Μ. Σκουλούδης (έμπορος)


4. Η Θρηνούσα Μήτηρ
ΑΡΚΑΔΙΟΝ #30 (18 - 5 - 1885) [ΕΔΩ]

Αχ! ω θύγατερ, ως πότε τα δεσμά σου δεν θα λύσουν,
Πότε ελευθέραν πλέον οι λησταί θα σε αφήσουν;
Έχω κι άλλας θυγατέρας, αλλά της οικογενείας
Η τιμή συ είσαι μόνον δια τας πολλάς θυσίας
Και αγώνας τους οποίους αιωνίως καταβάλλεις
Οπως ευρεθής ενδόξως εντός μητρικής αγκάλης.
Καί είσαι ως η ανδρεία Αυρηλιανή Παρθένος
Διά ιεράν ιδέαν, και θαυμάζει πας τις ξένος.
Είσαι δυστυχης, ω κόρη, αλλ' εγώ δυστυχεστέρα
Ήτις έχω εις αδίκους ληστών χείρας θυγατέρα.
Και ως μήτηρ αιχμαλώτου πτηνού και καλλικελλάδου,
Στο κλωβίον του πλησίον καθημένη επί του κλάδου,
Θρηνωδεί, κι αν και εις μάτην καταράται τας κιγκλίδας
Όμως εις Θεόν τον μέγαν έχει πάντοτε ελπίδας,
Διά το φυλακισμένον ότι έρχεται ημέρα,
Καθ'ην θ' αναπνέη χαίρον εις ελεύθερον αέρα.
Ούτω και εγώ αντίκρυ βλέπω σε, κι αναστενάζω,
Κι ελπίς εξ απελπισίας με ωθεί, όπως φωνάζω.
"Εμπρός, θύγατερ, διότι όστις δούλος ησυχάζη,
Κατ' αυτού και εν αγνοία πόλεμον παρασκευάζει.
Εμπρός! κι αν εκ νέου εύρης άσπλαγχνον αποτυχίαν,
Σελίς νέα χρυσή όλως θα γραφή 'ς την ιστορίαν.
Λοιπόν πάλιν ετοιμάσου,
Κ' ίσως θραύσης τα δεσμά σου."

(Γ. Μ. Σκουλούδης έμπορος.)


5. Η ΑΝΑΣΤΕΝΑΖΟΥΣΑ ΚΡΗΤΗ
ΑΡΚΑΔΙΟΝ #60 (8 - 1 - 1886) [ΕΔΩ]

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 

Free Hit Counter